Ιστορία

Το αρχικό όνομα του χωριού ήταν “Μπρένιστα” ή Μπρέντιστα ή Πρένιστα ή Πρενίστα. Σύμφωνα με τον Γερμανό σλαβολόγο μελετητή Μαξ Βάσμερ, ο οποίος με το έργο του «Οι Σλάβοι στην Ελλάδα», πραγματοποίησε μία ολοκληρωμένη έρευνα σχετικά με τα σλαβικά τοπωνύμια της Ελλάδας, η ονομασία του χωριού προέρχεται από τη σλαβική λέξη brьnije, η οποία σημαίνει «πηλός» και υποδηλώνει τόπο με λάσπη.

Μία από τις πρώτες πηγές που μας γνωστοποιεί την ύπαρξη του χωριού είναι η «Ακολουθία της Αγίας Θεοδώρας», έργο του μοναχού Ιώβ, βιογράφου της Αγίας, ο οποίος έζησε στα μέσα του 17ου αιώνα. Σύμφωνα με τον μοναχό, η Αγία Θεοδώρα της Άρτας περιφέρονταν για πέντε χρόνια στη περιοχή των Τζουμέρκων μαζί με τον πρωτότοκο γιο της Νικηφόρο Κομνηνό Δούκα και ζούσε σαν απλή χωρική από τα αγαθά που της πρόσφερε η φύση. Σε αυτή την κατάσταση, και ενώ συνέλεγε χόρτα, την βρήκε ο ιερέας του χωριού Μπρένιστα.

 Εξίσου σημαντική πηγή αποτελούν τα αρχεία της Βενετίας. Oι Βενετοί από τα τέλη του 17ου αιώνα άρχισαν να συνεργάζονται με διάφορες τυχοδιωκτικές ομάδες ατάκτων, κυρίως Ελλήνων από την Κεφαλλονιά και την Ιθάκη, οι οποίες λεηλατούσαν τις πλούσιες περιοχές της Άρτας. Οι Βενετοί είχαν ως στόχο από τη μία να δημιουργήσουν προβλήματα στους Τούρκους και από την άλλη να ωθήσουν τους κατοίκους των αγροτικών περιοχών στο να ζητήσουν προστασία από τις ληστρικές επιδρομές, καταβάλλοντας ένα σημαντικό χρηματικό ποσό.

Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Μανιάτη πειρατή Λιμπεράκη Γερακάρη, ο οποίος το 1696 λεηλάτησε την πόλη της Άρτας και τα γύρω χωριά και έκλεψε περίπου 50000 ρεάλια δηλαδή ένα τεράστιο ποσό για την εποχή εκείνη που όμως μαρτυρά και τον πλούτο της περιοχής. Οι Αρτινοί έστειλαν επιστολή στον Δόγη της Βενετίας και τον ενημέρωσαν για την επιδρομή και οι Βενετοί συνέλαβαν τον Γερακάρη και τον φυλάκισαν στην Μπρέσια της Ιταλίας όπου και πέθανε.

Σύμφωνα λοιπόν με τα αρχεία της Βενετίας, μας γίνεται γνωστό ότι το έτος 1695, δηλαδή την εποχή που Δόγης της Βενετίας ήταν ο Συλβέστρο Βαλιέρο, η Μπρένιστα μαζί με πολλά άλλα χωριά της Άρτας, κατέβαλε φόρο στην Βενετική διοίκηση με αντάλλαγμα την προστασία από τις επιδρομές των πειρατών. Οι κάτοικοι των χωριών της Άρτας πλήρωναν ετησίως συνολικά 1500 Ισπανικά ρεάλια (1 ρεάλι ισοδυναμούσε με 9 ½ βενετικές λίρες). Αυτό λοιπόν μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι η οίκηση του χωριού έγινε πολλά χρόνια πριν από το 1695.

Ο Παναγιώτης Αραβαντινός στο έργο του «Χρονογραφία της Ηπείρου» μας ενημερώνει ότι, με βάση τον κατάλογο της απογραφής του 1845, το Κορφοβούνι ήταν ιδιόκτητο χωριό, υπαγόταν στο τμήμα Ιωαννίνων και κατοικούσαν 26 χριστιανικές οικογένειες. Αναφορά στο χωριό κάνει και ο Ιφικράτης Κοκκίδης στο έργο του «Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας» που εξέδωσε το ελληνικό Υπουργείο Στρατιωτικών (Αθήνα 1880) και μας δίνει την πληροφορία ότι στο χωριό κατοικούσαν περίπου 450 άνθρωποι. Ο Ι. Κοκκίδης μας ενημερώνει ότι η επαρχία Άρτας χωριζόταν σε 2 περιοχές: την περιοχή Άρτας και την περιοχή Πρεβέζης. Η περιοχή της Άρτας χωριζόταν με τη σειρά της σε 7 τμήματα: τμήμαΠοταμιάς, τμήμα Βρύσεως, τμήμα Ραδοβυζίου, τμήμα Τζουμέρκων, τμήμα Κάμπου, τμήμα Καρβασαρά και τμήμαΛάκκας. Το Κορφοβούνι αποτελούσε μέρος του τμήματος Τζουμέρκων.

Στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884) του Σεραφείμ Ξενόπουλου, μητροπολίτη Άρτας, γίνεται αναφορά στο Κορφοβούνι. Σύμφωνα με αυτή την πηγή, το Κορφοβούνι ήταν ένα από τα χωριά των Τζουμέρκων με 75 οικογένειες και υπαγόταν διοικητικά και εκκλησιαστικά στην Πρέβεζα. Οι κάτοικοι του χωριού ήταν κατά κύριο λόγο γεωργοί και ξυλοκόποι και εκκλησιάζονταν στο ναό του Αγίου Γεωργίου, στον οποίο ιερουργούσαν δύο ιερείς.

Εξίσου σημαντική πηγή, είναι η Οθωμανική απογραφή του 1895 που εκδόθηκε με τον τίτλο «Bin üc yüz on bir sene-i maliyesine mahsus Yanya salnamesi. Yedinci defa olarak» (Σαλναμές Ιωαννίνων για το οικονομικό έτος 1911, έκδοση έβδομη). Σύμφωνα με το σχετικό οθωμανικό νόμο, που ίσχυε από το 1864, η πρωτογενής διαίρεση της αυτοκρατορίας ήταν το Βιλαέτι («νομαρχία» ή «γενική διοίκηση»). Κάθε Βιλαέτι χωριζόταν σε Σαντζάκια και αυτά σε Καζάδες. Σύμφωνα με αυτή την απογραφή, το χωριό ανήκε στον Καζά Λούρου, ο οποίος βρισκόταν στο Σαντζάκι Πρεβέζης, το οποίο με τη σειρά του, ανήκε στο Βιλαέτι Ιωαννίνων. Με βάση λοιπόν αυτή την απογραφή, στο Κορφοβούνι κατοικούσαν 63 οικογένειες (χανέδες) με συνολικό πληθυσμό 200 άτομα (97 άνδρες, 103 γυναίκες).

Το σημερινό όνομα του χωριού Κορφοβούνι είναι προφανές ότι το πήρε βιαστικά θα έλεγα εγώ το 1927, γιατί βρισκόταν στην κορυφή ενός υψώματος σε σχέση με τον απέραντο κάτω κάμπο της Άρτας.
Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα σλαβικού ονόματος στην περιοχή μας είναι αυτό του οικισμού Νεζερίστρα που βρίσκεται βόρεια ανατολικά του χωριού μας δίπλα στην σημερινή τεχνική λίμνη.
Το σλαβικό αυτό όνομα ετυμολογικά μας λέει ότι εδώ το μέρος έχει πολλά νερά.Πράγματι εδώ είχε πολλές βρύσες με πόσιμο νερό,πολλές από αυτές σήμερα έχουν χαθεί.Από εδώ υδρεύεται σήμερα με γεώτρηση το χωριό Κορφοβούνι.
Τό όνομα αλλάζει κι εδώ το 1954 με προεδρικό διάταγμα και ονομάζεται σήμερα Δρυώνα γιατί κάποτε είχε ένα πολύ πυκνό όμορφο δάσος με δρύς ,αλλά κι εδώ πάλι αλόγιστα ο παράγων άνθρωπος το κατέστρεψε με την αλόγιστη  υλοτόμιση. Άλλο ονόματα που μπορώ να αναφέρω είναι την σημερινή ονομασία Γραμμενίτσα που παρέμεινε, Νησίστα, το σημερινό όνομα της ΡοδαυγήςΑβαρίτσα,»σύνορο» που υπάρχει σε πολλά χωριά αλλά και στο δικό μας στα σύνορα μεταξύ Κορφοβουνίου-Πιστιανών.

Επιστρέφοντας στο χωριό μας έχουμε λοιπόν το όνομα Bres που αν το αναλύσουμε μας παραπέμπει σε μέρος, τόπο λασπώδες,πηλός,λάσπη.Θα μου πείτε τώρα που είναι η λάσπη ή το λασπώδες έδαφος στο ορεινό χωριό Μπρένιστα.
Η αποψή μου είναι όταν ήρθαν οι Σλάβοι στην περιοχή μας βρήκαν στο χωριό μας τα εργαστήρια και τούς φούρνους όπου έψηναν τα εκατοντάδες μικρά τούβλα,κεραμίδια και τροφοδοτούσαν συνεχώς τα έργα για την κατασκευή,το χτίσιμο αρχαίων πόλεων,κάστρων στην ευρύτερη περιοχή μας.
Η περιοχή τού χωριού μας που είχε το καλύτερο κοκκινόχωμα για την παραπάνω περίπτωση ήταν στον Προφήτη Ηλία όπου όταν έγινε η πρώτη διάνοιξη του δρόμου και η διαμόρφωση του χώρου γύρω από το εξωκλήσι βρέθηκαν πολλά κεραμίδια και τούβλα. Άλλη μια γνωστή και σήμερα θέση ως κεραμίδια είιναι στα Ρουμάνια,όπου κι εκεί οι αγρότες όταν όργωναν με το αλέτρι έβρισκαν κεραμίδια και μικρά τούβλα.
Υπάρχουν πολλές  εικασίες από ότι έχω διαβάσει ότι η αρχαία Νικόπολη έχει χτιστεί με υλικά από την περιοχή μας.Θα πρέπει να σας θυμίσω ότι ο Άραχθος ποταμός ήταν πλωτός μέχρι και την περιοχή της σημερινής Μητρόπολης Άρτας κι έτσι υπήρχε η δυνατότητα μεταφοράς των υλικών για τό χτίσιμο των αρχαίων πόλεων.
Υπάρχουν κάποιες πληροφορίες που δεν μπορούν να διασταυρωθούν ότι στην περιοχή που βρίσκεται σήμερα κάτω από τον κεντρικό δρόμο για την πλατεία του χωριού και από τον Αγιο Νικόλαο,στα ερείπεια της Ζωοδόχου Πηγής,στο σπίτι της Παναγιώτας Αποστόλου και προς το σπίτι του γνωστού Μαντζαβίνα που ήταν από τους πρώτους που έμειναν εδώ,υπήρχε ο πρώτος μικρός οικισμός με όμορφα μικρά σπίτια πετρόκτιστα,αλλά και όμορφα σοκάκια,στενοί δρόμοι,είχε δε μάλλον σύνδεση σοκάκι, διέξοδο προς το σημερινό ναό του Αγίου Νικολάου, μοναστήρι ήταν πολύ παλαιά με κελιά όπου κατέφυγε κατατρεγμένη από την πόλη και η Αγία Θεοδώρα πολιούχος της Άρτας.
Υπάρχουν αρκετά πιστεύω ιστορικά στοιχεία για τό χωριό μας διάσπαρτα που δέν βρίσκουμε δυστυχώς γραπτές μαρτυρίες για να πούμε ότι πραγματικά εδώ υπήρχε αυτός ο οικισμός ή έγιναν αυτές οι μάχες,εδώ ήταν η τάδε αφιερωμένη εκκλησία,παράδειγμα πάλι εδώ νότια στο χωριό όπως διαβάζουμε υπήρχε η θέση Μπαρπέρνια και γίνονταν μεγάλο παζάρι, ήταν δε μια από τις μεγαλύτερες ζωοπανήγυρη της περιοχής.
Εκεί υπήρχε λένε και ο ναός του Αί Γιάννη του ριγανά, ερείπια λιγοστά υπάρχουν σήμερα, μόνο πέτρες, δυστυχώς όμως ξανά εδώ δεν βρίσκουμε εύκολα κάποιες γραπτές ιστορικές μαρτυρίες, μνήμες για να γνωρίσουμε και να γράψουμε περισσότερα ιστορικά στοιχεία για το χωριό μας.

Πηγές:

1.https://el.wikipedia.org/wiki/

2.Η Άρτα στ’ αρχεία της Βενετίας, περιοδικό “Σκουφάς” της Άρτας, τεύχη του 1955-56.

3.Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης (εκδ.1884), Σεραφείμ Ξενόπουλος.

4.Ελευθέριος Λ Βέτσιος:«Η διπλωματική και οικονομική παρουσία των Βενετών στην περιοχή της Άρτας κατά τον 18ο αιώνα».

5,Οδοιπορικά Ηπείρου και Θεσσαλίας/ υπό του παρά του Υπουργείου των Στρατιωτικών Επιτελικό Γραφείο, Ι.Κοκίδης, Αθήνα 1880.

Αφήστε μια απάντηση