Ο “βυθισμένος” οικισμός της Σμίξης στό Κορφοβούνι Άρτας

Ο οικισμός Σμίξη βρίσκονταν στο σημείο ένωσης του ποταμού Άραχθου με το ποτάμι που έρχονταν από την Καλεντίνη (Σαραντάπορος ή το ποτάμι της Καλεντίνης ) έτσι και το όνομα Σμίξη (ένωση). Χωριζόταν με ένα μεγάλο λαγκάδι, το λαγκάδι της Αληβροχιάς σε δυο μικρότερους οικισμούς τα Τζινερέϊκα και τα Κουσουλέϊκα.Τα επίθετα των κατοίκων (ταράφια) χαρακτήριζαν και τα δύο τμήματα του οικισμού.

Ένας εύφορος τόπος με το μεγαλύτερο μέρος των εκτάσεων να ποτίζεται από το ποτάμι, τον Άραχθο ή από το ρέμα της Αληβροχιάς. Διέθετε ακόμα και αντλιοστάσιο για τις ποιο δύσκολες περιοχές που λειτουργούσε με πετρελαιοκινητήρα. Ήταν τοποθετημένος κοντά στο ποτάμι (τοπωνύμιο Καλγιά) κάτω από την κατοικία του Τάσου Κούσουλα.

Διέθετε ακόμα δύο νερόμυλους βακούφικους (της εκκλησίας) που κινούνταν ο πάνω με τα νερά του ρέματος της Αληβροχιάς. Ο δεύτερος κάτω και ποιο χαμηλός προς το ποτάμι μπορούσε να κινηθεί και με νερά του ιδίου του Αράχθου ο οποίος, πολλές φορές λόγο των προσχώσεων του ποταμού, βρίσκονταν σε αχρηστία. Ακόμα στην οικία του Χρήστου Παππά λειτουργούσε αλευρόμυλος που κινούνταν με ντιζελομηχανή, τελευταίο απόκτημα του οικισμού, καθώς και καφενείο.

Στο σπίτι του Ηλία Κούσουλα λειτουργούσε και το τοπικό σιδεράδικο για την επισκευή των γεωργικών εργαλείων, που σήμερα ένα μέρος από τα εργαλεία του, είναι εκθέματα του Λαογραφικού μουσείου της Δρυώνας. Η κτηνοτροφία και η γεωργία ήταν οι μόνες δραστηριότητες των κατοίκων. Κάθε κατοικία διέθετε εκτός των γεωργικών εκτάσεων τα μαντριά της την κούρνα για τις κότες και το γουρουνοκούμασο. Το αλώνι ήταν το βασικό γνώρισμα των κατοικιών, μάλιστα κάποιες διέθεταν και κυκλικό.

Όλες οι κατοικίες ήταν πέτρινες, σκεπασμένες με πλάκες και η τουαλέτα ήταν πάντα υπαίθρια. Η επικοινωνία με την πόλη της Άρτας καθώς και με όλα τα ανατολικά (απέναντι από το ποτάμι) χωριά, γίνονταν από το ποτάμι με βάρκα. Η Πούντα ήταν το σημείο της ένωσης του ποταμού Άραχθου με το ποτάμι της Καλεντίνης, που τα νερά είχαν το μεγαλύτερο βάθος και ήταν και πολύ κρύα. Εκεί οι βαρκάρηδες (όπως Κούσουλας Ηλίας, Κούσουλας Κωνσταντής, Κούσουλας Ευθύμιος κ.α.) πηγαινοέφερναν κατοίκους και επισκέπτες.

Η πρώτη φωτογραφία έχει υποστεί ψηφιακή επεξεργασία, από γνήσια αεροφωτογραφία του 1971 όπως εμφανίζεται εδώ και έχει απεικονίσει τις κατοικίες του οικισμού ο Γιάννης Κούσουλας.

Ο οικισμός της Σμίξης υπάγονταν στους συνοικισμούς της Δρυώνας ή στα Ρουμάνια ή καμία φορά και στους δυο (Κουσουλέικα στην Δρυώνα, Τζινερέικα στα Ρουμάνια), ανάλογα με το πως βόλευε τότε την κοινότητα του Κορφοβουνίου. Ήταν ένα εμπαιγμός επίσης και γιά τα παιδιά του σχολείου όπου βόλευε τον κάθε δάσκαλο και τα τοπικά συμφέροντα!

Στην φωτογραφία η Βασιλική Κούσουλα  και η Γεωργία Κούσουλα ποζάρουν πάνω στην βάρκα (μονόξυλο) με την οποία θα περάσουν το ποτάμι στην Σμίξη στην θέση Πούντα εκεί πού το ποτάμι της Καλεντίνης συναντούσε τον Άραχθο.

Τό κείμενο και οι φωτογραφίες έχουν αναρτηθεί από το Γιάννη Κούσουλα στο http://korfovouni-artas.blogspot.com